Το ακκορντεόν πήρε το όνομά του από τη γερμανική λέξη akkord, που σημαίνει συγχορδία και αναφέρεται στην ιδιότητα του οργάνου να παράγει αυτόματα μια συγχορδία με την πίεση ενός μόνου κουμπιού. Συνήθως αποτελείται από ένα υψίφωνο πληκτρολόγιο σαν του πιάνου στο ένα άκρο, που συνδέεται μέσω του φυσητήρα με ένα πληκτρολόγιο κουμπιών στο άλλο άκρο. Το πληκτρολόγιο του δεξιού χεριού είναι για τη μελωδία, ενώ το αριστερό χειρίζεται έξι περίπου σειρές τρεισήμισι οκτάβων μπάσου και συγχορδιών και ελέγχει τον φυσητήρα.
Υπάρχουν δύο τύποι ακκορντεόν, τα μονά και τα επαναφοράς. Στα μονά, κάθε πλήκτρο μελωδίας του δεξιού χεριού ελέγχει ένα ζευγάρι γλωττίδες κουρντισμένες με διαφορά τόνου μεταξύ τους. Η πίεση του φυσητήρα κάνει τη μια γλωττίδα να ηχήσει, ενώ το τράβηγμα επηρρεάζει την άλλη. Ετσι χρειάζονται μόνο τέσσερα κουμπιά για να καλυφθεί μία οκτάβα από οκτώ νότες. Στο βρετανικό χρωματικό ακκορντεόν μια δεύτερη σειρά κουμπιών παρέχει τα ημιτόνια της κλίμακας, αυξάνοντας έτσι τις μελωδικές δυνατότητες του οργάνου. Επειδή η “πίεση” του φυσητήρα δημιουργεί διαφορετική νότα από το “τράβηγμα”, το μονό ακκορντεόν ταιριάζει περισσότερο στην κοφτή, ρυθμική, χορευτική μουσική. Στο ακκορντεόν επαναφοράς, το κάθε ζεύγος γλωττίδων δημιουργεί την ίδια νότα, είτε πιέζουμε είτε τραβούμε τον φυσητήρα και γι’ αυτό το αποτέλεσμα είναι απαλότερο και μελωδικότερο. Και στους δύο τύπους του οργάνου χρησιμοποιούνται επιπλέον σειρές γλωττίδων, για την επέκταση του ηχητικού φάσματος – για αύξηση των οκτάβων ή για μεταβολή του τόνου, αν χρειαστεί. Υπάρχει επίσης ένα κουμπί για τον αριστερό αντίχειρα, που ελευθερώνει τον αέρα έτσι ώστε να ανοίγει ή να κλείνει ο φυσητήρας χωρίς να παράγεται ήχος.
Η μοναδικότητα του οργάνου – με τις συγχορδίες που σχηματίζονται από ένα μόνο κουμπί – είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένα ευρύ μουσικό ρεπερτόριο για την εκμάθηση του οργάνου. Αρκετοί συνθέτες άλλωστε, μεταξύ των οποίων ο Τσαϊκόφσκι κι ο Προκόφιεφ, έχουν γράψει έργα για το όργανο αυτό.
Λόγω του σχετικά μικρού μεγέθους του, αλλά και της ιδιότητάς του να συνδυάζει μελωδία και συνοδεία, το ακορντεόν αγαπήθηκε και ενσωματώθηκε στη λαϊκή και παραδοσιακή μουσική πολλών λαών. Είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο στη λαϊκή και παραδοσιακή μουσική πολλών Ευρωπαϊκών και Αμερικανικών χωρών. Στην Ευρώπη, συνδέθηκε άρρηκτα με τη γαλλική λαϊκή μουσική του 20ού αιώνα, όπως επίσης και με το ρεπερτόριο του ταγκό. Ευρεία είναι η διάδοσή του στην ιταλική και ελληνική μουσική, ενώ αποτελεί κυρίαρχο όργανο σε μπάντες σλαβόφωνων χωρών.